Η χαμένη συνοικία των «Εξοχών» ή των «Πύργων»
Οι
Εξοχές, ιδωμένες από τη θάλασσα, είναι εξίσου μαγευτικές, αν και ξέρω ότι εσύ
διαφωνείς, γιατί τότε που ζούσες και ανέβαινες για δουλειές του εργοστασίου,
όταν βγαίναμε βόλτα εδώ στη θάλασσα, γκρίνιαζες για τους δικούς μας
αρχιτέκτονες, που μπέρδευαν το ένα στιλ με το άλλο. Τις βίλες εδώ δεν τις
έβαζες καν σε σύγκριση με τα αρχοντικά της Αθήνας, είναι σύμμεικτες κατασκευές,
έλεγες, κρεολές…
(Ισίδωρος Ζουργός, Λίγες και μια νύχτες)
Η χαμένη πια συνοικία των «Εξοχών» ή
των «Πύργων» ήταν η πιο κοσμοπολίτικη περιοχή της Θεσσαλονίκης. Ξεκινώντας από τον
Λευκό Πύργο έφθανε στους Μύλους Αλλατίνι
ακολουθώντας τη διαδρομή της Βασιλίσσης Όλγας. Οι λεγόμενοι Πύργοι δεν ήταν
παρά μικρά και ευτελούς αξίας κτίσματα που προορίζονταν για αυτούς που
εργάζονταν στα κτήματα.
Οι
Πύργοι, οίτινες φαίνονται μεν προάστιον, χωριζόμενον από της πόλεως δια του
Εβραϊκού νεκροταφείου, αποτελούν όντως μέρος αυτής ως θερινή μάλλον
αριστοκρατική συνοικία, είναι ο προσφιλέστερος περίπατος των Θεσσαλονικέων.
Είναι τα Πατήσια ή το Φάληρον των Αθηνών, το προάστιον εκείνο το τελείως
ευρωπαϊκόν την όψιν.
(Δημήτρης Βαρδουνιώτης, Οι Πύργοι της Θεσσαλονίκης)
Τα πρώτα αρχοντικά στην περιοχή άρχισαν να
κτίζονται το 1880 και ακολουθούν άλλα μετά την κατεδάφιση του θαλάσσιου τοίχους
το 1889 αλλά και την πυρκαγιά το 1890. Η νέα συνοικία θα ονομαστεί Χαμηδιέ, από
το όνομα του Σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ του Β΄, ονομασία που δόθηκε μετά από
πρόταση των τοπικών αρχών για τον σχηματισμό μιας ξεχωριστής συνοικίας.
Η ονομασία Εξοχές οφείλεται στο ότι τα σπίτια δεν προορίζονταν αρχικά για
μόνιμη χρήση, αν και μετά την πυρκαγιά του 1917 πολλοί πλέον μετακόμισαν εδώ
μόνιμα και στο ότι βέβαια η περιοχή αποτελούνταν από αγροτικές εκτάσεις.
Όταν ξεκινάει και η γραμμή του τραμ, ιππήλατο στην αρχή, το 1893
οι κατοικίες αρχίζουν και πληθαίνουν. Είναι
η εποχή που πλούσιοι Έλληνες έμποροι, Εβραίοι
βιομήχανοι αλλά και Οθωμανοί
αξιωματούχοι κτίζουν τα εξοχικά τους σπίτια στην όμορφη αυτή περιοχή
ακολουθώντας μια ιδιαίτερη και ιδιότυπη αρχιτεκτονική εξαιρετικά εκλεπτυσμένη.
Ανάμεσα στους αρχιτέκτονες που έβαλαν την υπογραφή τους στη δημιουργία αυτών
των επαύλεων ήταν ο Αριγκόνι, ο Βιταλιάνο
Ποζέλι και ο Ξενοφών Παιονίδης.
Τα αρχοντικά περιβάλλονται από ιδιαίτερα καλαίσθητους
κήπους και από την πίσω πλευρά ακουμπούν στη θάλασσα, όπου έχουν μικρές
ιδιωτικές παραλίες με καμπίνες για να
ξεντύνονται και τα δικά τους πλοιάρια,
που συχνά τα χρησιμοποιούν όχι μόνο για αναψυχή και βόλτες στη θάλασσα αλλά και
ως μεταφορικό μέσο.
Εδώ δεν υπήρχε ο διαχωρισμός των τάξεων
που υπήρχε στο κέντρο της Θεσσαλονίκης με τις συγκεκριμένες ζώνες κατοίκησης
των Ελλήνων, των Εβραίων και των Μουσουλμάνων. Στις Εξοχές η ζωή ακολουθούσε τα αστικά πρότυπα της εποχής χωρίς να
υπάρχουν εθνικοί ή θρησκευτικοί διαχωρισμοί αλλά με μόνο διαβατήριο στην
περιοχή αυτή να έχεις οικονομική επιφάνεια. Άλλωστε οι τιμές των οικοπέδων και
των ακινήτων είναι τόσο υψηλές που εκ των πραγμάτων μόνο οικογένειες που ανήκαν
στα υψηλά κοινωνικά στρώματα μπορούν να έχουν την πολυτέλεια μιας κατοικίας στη
συνοικία των Εξοχών. Ανάμεσα στους κατοίκους της νέας γειτονιάς είναι άτομα όπως
ο βαλής (γενικός διοικητής), ο στρατάρχης και δήμαρχος της πόλης, πρόξενοι, διευθυντές τραπεζών. Ονομαστές οικογένειες
της πόλης έχουν εδώ πλέον τις κατοικίες τους όπως οι Άμποτ, Αλλατίνι, Μοδιάνο.
Επήγα
σήμερα στους Πύργους της Καλαμαριάς. Είναι προς τα δεξιά της πόλεως μια ώρα
μακρυά, στην ακρογιαλιά. Είναι το καλοκαιρινό αναπαυτήριο όλου του
πλουσιόκοσμου της Θεσσαλονίκης. Εκεί λουτρά, εκεί κήποι μεγάλοι, χτήρια με
ρυθμό ευρωπαϊκό και ανατολίτικο μαζί, ξενοδοχεία αναπαυτικά, καφενεία
αναπαυτικότερα.
(Ανδρέας Καρκαβίτσας, Θεσσαλονίκη και άλλα «επίκαιρα»
κείμενα.)
Από τα 100 πάνω
κάτω αρχοντικά της εποχής σήμερα σώζονται 20 περίπου κατά μήκος της Βασιλίσσης Όλγας ή στους
κάθετους με αυτήν δρόμους. Λίγα είναι καλοδιατηρημένα, αυτά που ευτύχησαν να
χρησιμοποιούνται σήμερα και να στεγάζουν υπηρεσίες ή και κέντρα αναψυχής. Άλλα
απλώς περιμένουν τον αργό θάνατό τους ασφυκτιώντας ανάμεσα στις πολυώροφες
πολυκατοικίες .
Από τα
παλαιότερα σωζόμενα είναι το κτίριο της Εθνικής Τραπέζης, το «κόκκινο σπίτι» το
Chateau mon bonheur» (Πύργος η ευτυχία μου, η βίλα Αλλατίνι που σήμερα στεγάζει
τις υπηρεσίες της Νομαρχίας, η Κάζα Μπιάνκα (ανήκει στον Δήμο), το Ιταλικό
Προξενείο, η Βίλα Μορντόχ (Δημοτική Πινακοθήκη), το πρώην κτίριο του ΝΑΤΟ, τα
αρχοντικά, Σιάγα και του Μιχαηλίδη, η Έπαυλη Μοδιάνο (Λαογραφικό Μουσείο).
Πολλά είναι
συνδεδεμένα με σημαντικά ιστορικά γεγονότα που σημάδεψαν την ιστορία της πόλης
όπως η Βίλα Καπαντζή στην οποία εγκαταστάθηκε
ο τότε επικεφαλής της προσωρινής επαναστατικής Κυβέρνησης με έδρα τη
Θεσσαλονίκη, Ελευθέριος Βενιζέλος.
Αλλά συνδέονται με έρωτες και πάθη. Ο γνωστός κόκκινος
πύργος της Θεσσαλονίκης, ο Πύργος της Ευτυχίας (Chateau mon bonheur) χτίστηκε
για την Ευτυχία, τον μεγάλο έρωτα του Δημήτρη Ιωαννίδη-Τσακιρντέκη ενώ η γνωστή
Κάζα Μπιάνκα συνδέθηκε με τον μεγάλο έρωτα της Αλίν Φερνάντεζ με τον έλληνα αξιωματικο,
Σπύρο Αλιμπέρτη.
Συνέχισε τον δρόμο του θέλοντας να παρατείνει τη βόλτα
και προσπέρασε τη γειτονιά του συνεχίζοντας για το Ντεπό. Πέρασε έξω από την Casa Bianca, όπου έμειναν για χρόνια η Αλίν Φερνάντεζ και ο Σπύρος
Αλιμπέρτης.
(Ισίδωρος Ζουργός, Λίγες και μια νύχτες)
Τα σπίτια δυστυχώς
κατεδαφίστηκαν, τα περισσότερα στα τέλη της δεκαετίας του 60, εποχή της άνευ
όρων ανοικοδόμησης. Μια γειτονιά κόσμημα της Θεσσαλονίκης παραδόθηκε και αυτή
στην εμπορευματοποίηση και στην ακαλαίσθητη δόμηση. Οι κήποι με τα
τριαντάφυλλα, οι ακρογιαλιές, οι βόλτες με τις βάρκες στον Θερμαϊκό, τα όμορφα
καφενεία, τα θερινά σινεμά έγιναν ανάμνηση και πικρή νοσταλγία.
Ιστορίες,
μνήμες, έρωτες, πάθη, εγκλήματα, ανυπολόγιστης αξίας ζωντανά μαρτύρια και πηγές
της ιστορίας της Θεσσαλονίκης χάθηκαν για πάντα ανάμεσα στα ερείπια από τα
γκρεμισμένα κτίρια.
Συνέχιζε
να κοιτάζει έξω από το παράθυρο τους δεινόσαυρους της κοιμισμένης συνοικίας,
τις θεόρατες βίλες της Εστέρ Μποτόν, του Χαζτημήσεφ, του Τελτζή μπέη, του Οσμάν
Αλή μπέη, του Γιάκο Μοδιάνο, του Περικλή Χατζηλαζάρου… ΄Υστερα από το Chateau mon Bonher και τη Βίλα Σεϊδουλάχ πασά έκοψαν ταχύτητα. Έστριψε
πολύ προσεχτικά σ’ ένα χωματόδρομο κι έριξε δεξιά κι αριστερά ματιές στα
παράθυρα των σπιτιών. Την είδε που είχε σκύψει το κεφάλι και τώρα σκούπιζε τα
μάτια με το μαντίλι της. «Κλαις για τις Εξοχές;» τη ρώτησε. «Κλαις για τα σπίτια,
τους κήπους, για πολλά νομίζω, έτσι δεν είναι;». Κούνησε το κεφάλι της
σιωπηλή…»
(Ισίδωρος Ζουργός, Λίγες και μια νύχτες)
Βιβλιογραφία
Δημήτρης
Βουρδουνιώτης, Οι πύργοι της Θεσσαλονίκης, Αθήνα.
Ισίδωρος Ζουργός
(2017). Λίγες και μια νύχτες. Αθήνα:
Πατάκης
Βασίλης Κολώνας
(2016). Η Θεσσαλονίκη εκτός των τειχών.
Εικονογραφία της Συνοικίας των Εξοχών (1885-1912). Θεσσαλονίκη: University
Studio Press.
Ανδρέας Καρκαβίτσας (1993). Θεσσαλονίκη και άλλα «επίκαιρα» κείμενα.
Θεσσαλονίκη: Μαλλιάρης Παιδεία
Δρ Ευαγγελία Κανταρτζή
Διευθύντρια Μουσείου Σχολικής Ζωής και
Εκπαίδευσης http://www.ekedisy.gr/
Το Μουσείο Σχολικής Ζωής και Εκπαίδευσης σε συνεργασία με το Greek Cultural Institute οργανώνει περιπάτους και ξεναγήσεις και στη γειτονιά των εξοχών! Δείτε αναλυτικά
ΕΔΩ